Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2018

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ στον Παρθενώνα

Τη Σαρακοστή των Χριστουγέννων οι Παρθενιώτες νήστευαν ,και τη νηστεία την ακολουθούσαν πιστά. Μια εβδομάδα πριν τα Χριστούγεννα είναι η γιορτή του Αγίου Μοδέστου. Θα λέγαμε πως από τότε ξεκινούσαν οι γιορτές.
Επειδή ο Άγιος Μόδεστος είναι ο προστάτης των ζώων ,οι Παρθενιώτες έφτιαχναν ειδικά κουλούρια και τα έβαζαν στα κέρατα των βοδιών ή τα κρεμούσαν στους στάβλους.
Την εβδομάδα πριν τα Χριστούγεννα οι νοικοκυρές ξεκινούσαν την καθαριότητα του σπιτιού. Έπλεναν τα χοντρά ρούχα και ΄΄πάτωναν ΄΄ το ΄΄κατώι ΄΄. Το ΄΄κατώι ΄΄ ήταν ο ισόγειος χώρος του σπιτιού και ήταν από χώμα. Έφτιαχναν πηλό από κοκκινόχωμα και το έστρωναν κάτω για να φαίνεται καθαρό. Ακόμα καθάριζαν τα τζάκια .Μαζεύαν τις στάχτες ,και το έβαφαν .Ήταν απαραίτητο να είναι το τζάκι καθαρό εκείνες τις μέρες .Πάνω από το τζάκι έστρωναν το ΄΄τζακόπανο ΄΄.Το ΄΄τζακόπανο ΄΄ήταν ένα καθαρό πανάκι.Το στρώνανε γύρω γύρω στο πλαίσιο του τζακιού.


Όλοι οι Παρθενιώτες εκτρέφανε γουρούνια .Στο χωριό δεν υπήρχαν κρεοπωλεία , γιατί οι κάτοικοι δεν έτρωγαν πολύ κρέας. Κάποιοι από τους κατοίκους ,στις 22 Δεκεμβρίου , γιορτή της Αγίας Αναστασίας, έσφαζαν τα γουρούνια τους κι έτσι εξασφάλιζαν το κρέας της οικογένειας για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Μετά έπαιρναν το κρέας κι επειδή δεν υπήρχαν ψυγεία για να το συντηρήσουν ,το ζεματούσαν .Τα ζεματισμένα κομμάτια κρέατος τα βάζανε σε μεγάλα πήλινα δοχεία ,τις βουτνάρες ,και από πάνω συμπλήρωναν το κενό με το λιωμένο λίπος που όταν πάγωνε γινόταν σαν βούτυρο. Έτσι μπορούσαν να διατηρήσουν για λίγους μήνες το κρέας σαν φρέσκο. Όταν ήθελαν να μαγειρέψουν κρέας ,έπαιρναν ένα κομμάτι από τη βουτνάρα. Από το κρέας αυτό έφτιαχναν και τα λουκάνικα. Συνήθιζαν ένα κομμάτι από αυτό το κρέας να το δίνουν στις οικογένειες που δεν είχαν γουρούνια ή στις  φτωχιές.



Η Παραμονή των Χριστουγέννων ήταν μια ξεχωριστή μέρα .Πολύ πρωί τα παιδιά ξεκινούσαν να λένε τα κάλαντα. Τα κάλαντα ήταν δύσκολα και κρατούσαν 20 λεπτά. Εξιστορούσαν όλα τα γεγονότα της Γέννησης του Χριστού και μελετητές λένε πως ήταν Βυζαντινά .Τα παιδιά που κατάφερναν να τα πουν ολοκληρωμένα έπαιρναν και μεγαλύτερο φιλοδώρημα. Χρήματα τότε δεν κυκλοφορούσαν πολλά στον Παρθενώνα ,γι’ αυτό στα παιδιά έδιναν γλυκά και ξηρούς καρπούς( αμύγδαλα ,καρύδια ,αποξηραμένα σύκα ) .Σπάνια τους έδιναν καμιά δεκάρα. Τα παιδιά γυρνούσαν στα σπίτια και λέγανε κάλαντα μέχρι να ΄΄θαμπώσει ΄΄να νυχτώσει δηλαδή.
Την Παραμονή των Χριστουγέννων η φροντίδα της νοικοκυράς ήταν να ετοιμάσει όσο καλύτερα μπορούσε το φαγητό των Χριστουγέννων ,αλλά κυρίως να φτιάξει το γλυκό των Χριστουγέννων ,΄΄το σαραγλί΄΄.Το έφτιαχναν με φύλλα που τα γέμιζαν με κανέλα ,ζάχαρη και κάποιοι έβαζαν και σουσάμι. Στοίχιζε ελάχιστα ,αλλά χρειαζόταν μεγάλη δεξιοτεχνία εκ μέρους της νοικοκυράς ,γιατί έπρεπε να φτιάξουν πολλά και λεπτά φύλλα. Μετά έστριβαν τα φύλλα και ξεκινώντας από τη μέση του ταψιού το έβαζαν κυκλικά μέσα .Το έψηναν στο τζάκι πάνω στην πυροστιά. Για να ψηθεί καλά το γύριζαν ,έβαζαν δηλ. το πάνω κάτω και στο τέλος το σιρόπιαζαν με ζάχαρη νερό και μέλι. Μ΄ αυτό το γλυκό ήθελαν να γλυκάνουν το Χριστό. Το γέμισμα και το στρίψιμο των φύλλων έλεγαν πως συμβόλιζαν τα σπάργανα του Χριστού ,τις φασκές με τις οποίες τυλίχτηκε το μωρό.

Την ημέρα της Παραμονής όλοι κοιμόταν νωρίς για να σηκωθούν τα χαράματα ( 5 η ώρα ) να πάνε στην εκκλησία .Όλο το χωριό ήταν εκεί. Παρακολουθούσαν τη λειτουργία και μετά επέστρεφαν στα σπίτια και έτρωγαν το φαγητό που ήταν χοιρινό με ρύζι ή πατάτες .Έπιναν και μπόλικο κρασί. Άλλωστε οι Παρθενιώτες φτιάχναν δικό τους κρασί. Συνηθίζονταν να επισκέπτονται όσους γιόρταζαν. Έτσι οι νοικοκυρές που είχαν εορταζόμενους έφτιαχναν λουκουμάδες και τους κερνούσαν.

Τη δεύτερη μέρα της Παναγίας ,μετά τη θεία Λειτουργία ,οι Παρθενιώτες που δεν είχαν σφάξει τα γουρούνια της Αγίας Αναστασίας τα έσφαζαν εκείνη τη μέρα. Ήταν μια μέρα γιορτής .Είχε λήξει η νηστεία και μόλις έσφαζαν τα γουρούνια είχαν έτοιμα τα τηγάνια .Τηγάνιζαν τις συκωταριές και συγχρόνως καθάριζαν τα γουρούνια και γλεντούσαν .Οι νοικοκυρές ετοίμαζαν μεζεδάκια ,τα τσιγαρίδια ,και έκαναν όλες τις προεργασίες για τα λουκάνικα. Τα αγόρια στέκονταν εκεί κοντά που έσφαζαν το γουρούνι για να πάρουν ένα παιχνίδι .Το παιχνίδι αυτό ήταν η φούσκα του γουρουνιού .Την καθάριζαν οι μεγάλοι και τα παιδιά τη φούσκωναν και έτσι γινόταν μια μπάλα για ποδόσφαιρο.

Η Τρίτη μέρα είναι κι αυτή σημαντική για τον Παρθενώνα γιατί είναι η μέρα μνήμης του Αγίου Στεφάνου και γιορτάζει η εκκλησία. Αν ο καιρός ήταν καλός έβραζαν κάτω από την εκκλησία τα καζάνια με φαγητό. Έτσι μόλις τελείωνε η θεία Λειτουργία έπρεπε όλοι να περάσουν να πάρουν ευλογημένο φαγητό. Έτσι με φαγητό και γλέντι στα σπίτια περνούσαν οι μέρες του Δωδεκαήμερου μέχρι που έφτανε η παραμονή της Πρωτοχρονιάς .
Πάλι τα παιδιά ξεχύνονταν στους δρόμους για τα κάλαντα. Ανυπομονούσαν πότε θα άλλαζε ο χρόνος. Κάποιοι στα σπίτια έπαιζαν χαρτιά ή  αυτοσχέδια παιχνίδια όχι όμως με χρήματα άλλα με φασόλια ,φουντούκια κ.α. Έτσι περνούσαν την ώρα τους ευχάριστα.
Για την ημέρα της Πρωτοχρονιάς έφτιαχναν και βασιλόπιτα όχι όπως τις σημερινές . Ζύμωναν ψωμί έβαζαν μέσα κι ένα κέρμα και το έψηναν στο φούρνο. Καθιερωμένο φαγητό της Πρωτοχρονιάς ήταν το ΄΄πατσί ΄΄(κεφάλι) και τα πόδια του γουρουνιού που τα έφτιαχναν πηχτή σούπα .Όσοι δεν είχαν γουρούνι έσφαζαν και έκαναν σούπα έναν κόκορα ,αλλά ήταν λίγοι αυτοί.



Την παραμονή των Θεοφανίων ,μετά τον αγιασμό ,ο παπάς γύριζε σε όλα τα σπίτια του χωριού και τα άγιαζε κρατώντας στο ένα του χέρι το σταυρό και βασιλικό  και στο άλλο τον αγιασμό σε ένα δοχείο. Συγχρόνως τα παιδιά τραγουδούσαν τα κάλαντα των Θεοφανίων .
Την ημέρα των Θεοφανίων γινόταν η μεγάλη Λειτουργία και ρίχναν το σταυρό στην κολυμβήθρα ,μια που δεν υπήρχε θάλασσα εκεί κοντά. Μ΄αυτό τον τρόπο άγιαζαν τα νερά. Μετά τον αγιασμό έβγαζαν τα εικονίσματα από την εκκλησία έξω και κάνανε μια περιφορά γύρω από την εκκλησία. Τον αγιασμό που παίρνανε την παραμονή των Θεοφανίων τον κρατούσαν και μ’ αυτόν ράντιζαν τα χωράφια και τα ζώα .Την άλλη μέρα τον έπιναν αφού πρώτα είχαν νηστέψει. Όταν ο παπάς περνούσε κι άγιαζε τα σπίτια την παραμονή των Θεοφανίων  οι χωριανοί του έδιναν κι ένα κομμάτι λουκάνικο. Κάποιοι ρίχνανε και κέρματα στο δίσκο με τον αγιασμό.
Όλες τις μέρες του δωδεκαήμερου κανένας δεν άγγιζε τα λουκάνικα .Μόλις τα έφτιαχναν  τα κρεμούσαν από τις ΄΄αγριντιές ΄΄για να στεγνώσουν λίγο ή τα περνούσαν σε ένα ξύλο και τα έβγαζαν στα μπαλκόνια .Τα τρώγανε αφού τελείωνε ο αγιασμός των Θεοφανίων. Αυτό ήταν και το φαγητό της ημέρας.    


ΚΑΛΑΝΤΑ   ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

Καλήν εσπέραν άρχοντες! Αν είναι ορισμός σας
Χριστού τη θεία γέννησιν να ‘πω στ΄αρχοντικό σας
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεεμ τη πόλει
οι ουρανοί αγάλλονται χαίρει η κτίσις όλη
Εν τω σπηλαίω τίκτεται,εν φάτνη των αλόγων
Ο βασιλεύς των ουρανών και ποιητής των όλων.
Πλήθος αγγέλων ψάλλουσι το ΄΄Δόξα εν υψίστοις΄΄
και τούτο άξιον εστί ,η των ποιμένων πίστις.
Εκ της Περσίας έρχονται τρεις μάγοι με τα δώρα
άστρον λαμπρόν τους οδηγεί χωρίς να λείψει ώρα
Φθασαντες εις Ιερουσαλήμ ,με πόθον ερωτώσιν
πού εγεννήθη ο Χριστός ,να παν να τον ευρώσιν.
Δια Χριστόν ως ήκουσεν ,ο βασιλεύς Ηρώδης
αμέσως εταράχθηκεν κι έγινε θηριώδης
ότι πολλά φοβήθηκε δια την βασιλείαν
μη του την πάρει ο Χριστός και χάσει την αξίαν
Κράζει τους Μάγους και ρωτά: πού ο Χριστός γεννάται;
Στην Βηθλεέμ ηξέρουμε ως η γραφή διηγάται
Τους είπα να υπάγωσιν και όπου τον ευρώσιν
άμα τον προσκυνήσωσιμ μα παν’ να τον ειπώσιν
όπως υπάγει και αυτός δια να τον προσκυνήσει
με δόλον ο μισόθεος να τον εξαφανίσει
Βγαίνουν οι μάγοι τρέχοντας και τον Αστέρα βλέπουν
φως θεΐκό κατέβαινε ,και με χαρά πραστρέχουν..
Εν τω σπηλαίω έρχονται βρίσκουν τη Θεοτόκον
κι εβαστα στας αγκάλας της τον άγιον τον τόκον.
Γονατιστοί τον προσκυνούν και δώρα του χαρίζουν
σμύρναν ,χρυσόν και λίβανον θεόν τον ευφημίζουν
Την σμύρνα μεν ως άνθρωπο ,χρυσό ως βασιλέα
τον λίβανον δε ως θεόν σ’ όλη την ατμοσφαίραν.
Κι αφού τον επροσκύνησαν ,ευθύς πάλιμισεύουν
και τον Ηρώδη μελετούν να πάνε να τον εύρουν.
Πλην άγγελος εξ ουρανού βγαίνει ,τους εμποδίζει
άλλήν οδόν να πορευθούν αυτός τους διορίζει.
Και πάλιν άλλος άγγελος τον Ιωσήφ προστάζει
εις Αίγυπτον να πορευτεί κι εκεί να ησυχάζει
να πάρει και την Μαριάμ ομού με τον υιό της
ότι ο Ηρώδης της ζητεί τον τόκο τον δικό της
Μη βλέποντας ο βασιλεύς τους μάγους να γυρίζουν
Στη Βηθλεέμ επρόσταξεν παιδί να μην αφήσουν
Όσα παιδιά εύρισκον δυο χρονών και κάτω
Ολα να τα περάσωσιν ευθύς απ’ τα σπάθιά των.
Χιλιάδες δεκατέσσαρες σφάζουν σε μια ημέραν
θρήνον ,κλαυθμόν και οδυρμόνέχει κάθε μητέρα .
Κι εξεπληρώθη το ρυθέν προφήτου Ησαΐου
μετά των άλλων προφητών και του Ιερεμίου .
Φωνή ακούσθη εκ Ραμά ,Ραχήλ τα τέκνα κλαίει
παραμυθια ουκ ήθελε ότι αυτά ουκ έχει.
Κι εδώ οπού σας είπαμεν όλην την υμνωδίαν
και του Ιησού μας του Χριστού γέννησιν την Αγίαν
και το σταυρό σας κάνετε ,γευθήτε ευφρανθήτε
δότε και ακνενός φτωχού ό,τι κι αν υστερήτε
δότε και μας τον κόπο μας ότι είναι ορισμός σας
κι ο Χριστός μας πάντοτε να είναι βοηθός σας
Χρόνους πολλούς να χαίρεστε πάντα ευτυχισμένοι
σωματικά και ψυχικά να είστε πλουτισμένοι.
Εις έτη πολλά.